Ο καθηγητής Αιματολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης και υπεύθυνος του Τμήματος Θρόμβωσης στο Νοσοκομείο Tenon στο Παρίσι Γρηγόριος Γεροτζιάφας εξηγεί πώς σε σπάνιες περιπτώσεις ο εμβολιασμός ενάντια στον SARS-CoV-2 πυροδοτεί έναν θρομβωτικό μηχανισμό και πώς η ερευνητική ομάτου προσπαθεί να εντοπίσει τα άτομα που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο.
Έχουμε μια ιογενή νόσο που εδώ και περισσότερο από έναν χρόνο «σαρώνει» την υφήλιο προκαλώντας «θρόμβωση» (κυριολεκτικώς και μεταφορικώς) σε ασθενείς, συστήματα υγείας, κοινωνίες και οικονομίες. Και έχουμε πλέον στα χέρια μας και εμβόλια για αυτή τη σαρωτική νόσο, η εμπιστοσύνη στα οποία το τελευταίο διάστημα «αιμορραγεί» εξαιτίας της σύνδεσής τους επίσης με θρομβώσεις.
Τη στιγμή που ο πληθυσμός στέκεται ανήσυχος και μουδιασμένος απέναντι στον εμβολιασμό κυρίως με το εμβόλιο της AstraZeneca, το οποίο έχει σχετιστεί με ένα σπάνιο θρομβωτικό σύνδρομο – σημειωτέον ότι το εμβόλιο αυτό συνεχίζει να χορηγείται στη χώρα μας, η οποία ακολουθεί τις συστάσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ), ενώ άλλες χώρες έχουν παγώσει τη χρήση του και άλλες το χορηγούν μόνο σε συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες -, είναι επόμενο να αναζητεί απαντήσεις στα ερωτήματα και στους φόβους του.
Το ΒΗΜΑ-Science στράφηκε σε έναν από τους πλέον ειδικούς του πεδίου των θρομβώσεων, τον καθηγητή Αιματολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, υπεύθυνο του Τμήματος Θρόμβωσης στο Νοσοκομείο Tenon στο Παρίσι και επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Καρκίνος και Θρόμβωση INSERM U938 κ. Γρηγόριο Γεροτζιάφα προκειμένου να βάλει όσο περισσότερες τελείες γίνεται στα ερωτηματικά που αφορούν την (ολέθρια κάποιες φορές) σχέση της νόσου COVID-19 αλλά και των εμβολίων που αναπτύχθηκαν εναντίον της με τις θρομβώσεις.Ο καθηγητής Αιματολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, υπεύθυνος του Τμήματος Θρόμβωσης στο Νοσοκομείο Tenon στο Παρίσι και επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Καρκίνος και Θρόμβωση INSERM U938, Γρηγόριος Γεροτζιάφας
Αγγειακή νόσος η COVID-19
Ο καθηγητής Γεροτζιάφας, ο οποίος ηγείται μιας από τις πιο εξειδικευμένες ομάδες στην Ευρώπη σχετικά με τις θρομβώσεις που από την πρώτη στιγμή της πανδημίας αντιμετωπίζει περιπτώσεις ασθενών με θρόμβωση εξαιτίας της COVID-19, ξεκινά τη συζήτησή μας τονίζοντας ότι η νόσος που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός είναι μια αιματολογική, αγγειακή νόσος και ως τέτοια συνδέεται άμεσα με θρομβώσεις. Μάλιστα, όπως λέει, στοιχεία μελετών ποσοτικοποιούν το «πλήγμα» που επιφέρει η COVID-19 στο αγγειακό σύστημα. «Σε δύο πρόσφατες μετα-αναλύσεις που περιελάμβαναν 49 μελέτες και συνολικά 18.000 νοσηλευόμενους ασθενείς, φλεβική θρόμβωση (πνευμονική εμβολή, θρόμβωση εν τω βάθει φλεβών) εμφάνισε το 17% των ασθενών – συγκεκριμένα το 7% των ασθενών σε απλές κλίνες COVID-19 και το 28% των ασθενών σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Το σημαντικότερο όμως όλων ήταν ότι οι θρομβώσεις αυτές συνέβησαν ενώ οι νοσηλευόμενοι ασθενείς λάμβαναν τη συνιστώμενη αντιθρομβωτική προφυλακτική αγωγή, γεγονός που μαρτυρεί ότι η συνιστώμενη δόση δεν ήταν ικανή να τιθασεύσει τον κίνδυνο θρομβώσεων».
39 στους 1.000.000 ασθενείς με COVID-19 εμφανίζουν εγκεφαλική φλεβική θρόμβωση, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Ανάγκη εξατομίκευσης της αγωγής
Από τους νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19 όσοι εμφάνισαν φλεβική θρόμβωση είχαν διπλάσιο κίνδυνο θανάτου, με βάση τις μετα-αναλύσεις. «Αυτό σημαίνει ότι η φλεβική θρόμβωση αποτελεί σημαντική αιτία θανάτου στους νοσηλευόμενους με COVID-19». Φαίνεται όμως ότι αποτελεί αιτία θανάτου και εκτός νοσοκομείων, επισημαίνει ο κ. Γεροτζιάφας. «Γερμανική νεκροτομική μελέτη σε ασθενείς με COVID-19 που απεβίωσαν εκτός νοσοκομείου έδειξε ότι το 40% εξ αυτών εμφάνιζε φλεβική θρόμβωση ενώ στο 12% η αιτία θανάτου ήταν η πνευμονική εμβολή». Επίσης θρομβώσεις κρύβονται συχνά και πίσω από την αναπνευστική δυσχέρεια και τελικώς την αναπνευστική ανεπάρκεια που εμφανίζουν ασθενείς με COVID-19. «Σε ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών η επιβάρυνση του αναπνευστικού συστήματος είναι το αποτέλεσμα θρομβώσεων που λαμβάνουν χώρα στη μικροκυκλοφορία των πνευμόνων – για αυτό άλλωστε και η συγκεκριμένη κατάσταση περιγράφεται πλέον ως πνευμονική ενδοαγγειακή πήξη».
Οι αριθμοί δείχνουν λοιπόν ότι η επίδραση των θρομβώσεων στην εξέλιξη των ασθενών με COVID-19 είναι πολύ μεγάλη, τονίζει ο καθηγητής και προσθέτει: «Για αυτό και η ομάδα μας έχει υιοθετήσει μια εξατομικευμένη προσέγγιση χορήγησης αντιθρομβωτικής θεραπείας στους ασθενείς με βάση τους δείκτες υπερπηκτικότητας. Ανά τον κόσμο διεξάγονται αυτή τη στιγμή μελέτες ώστε να προσδιοριστεί η καλύτερη δόση αντιθρομβωτικής αγωγής για τους ασθενείς».
Εμβόλια και θρόμβωση
Οι θρομβώσεις συνδέονται όμως πλέον και με τα προληπτικά «όπλα» τα οποία αναπτύχθηκαν για να νικήσουν τον νέο κορωνοϊό, που δεν είναι άλλα από τα εμβόλια. Το τελευταίο διάστημα οι ιθύνοντες ανά τον κόσμο αλλά και ο πληθυσμός έχουν μπει για τα καλά στον «χορό της ανησυχίας» σχετικά τους πιθανούς θρομβωτικούς κινδύνους των εμβολίων και κυρίως αυτών που έχουν ως ιικό φορέα έναν αδενοϊό (τέτοια είναι τα εγκεκριμένα εμβόλια της AstraZeneca και της Johnson and Johnson) – το αποδεικνύουν περίτρανα οι διαφορετικές αποφάσεις αρμοδίων οργανισμών και οι διαφορετικές συστάσεις διαφορετικών χωρών σχετικά με τον εμβολιασμό αλλά και οι ακυρώσεις από τους πολίτες των εμβολιαστικών ραντεβού τους.
Ο δρ Γεροτζιάφας δίνει πολύτιμες διευκρινίσεις: «Σε ό,τι αφορά τα εμβόλια έχουμε να αντιμετωπίσουμε δύο διαφορετικά (θρομβωτικά) φαινόμενα. Το πρώτο αφορά άτομα που έχουν λάβει τόσο το εμβόλιο των Pfizer-BioNTech όσο και εκείνο της ΑstraZeneca και έχουν παρουσιάσει «κλασική» θρομβοεμβολική νόσο – θρομβοεμβολή ή εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση. Μάλιστα αυτή τη στιγμή με την ομάδα μου αναλύουμε μια ομάδα τέτοιων ανθρώπων προκειμένου να ανακαλύψουμε αν υπάρχει σε κάποιους προδιάθεση για ανάπτυξη θρομβοεμβολικής νόσου μετά τον εμβολιασμό και ποιες ακριβώς παράμετροι οδηγούν σε αυτή την προδιάθεση – υπολογίζουμε ότι σε έναν μήνα από τώρα θα έχουμε αποτελέσματα ώστε να αποκτήσουμε μια πυξίδα για το προφίλ των ατόμων που κινδυνεύουν να εμφανίσουν θρομβώσεις μετά τον εμβολιασμό». Σύμφωνα με τον καθηγητή, η υπόθεση της ομάδας με βάση πειράματα που διεξάγει σε κυτταρικές καλλιέργειες στο εργαστήριο είναι ότι η πρωτεΐνη-ακίδα του ιού έχει βιολογική δράση που ενεργοποιεί τις διαδικασίες της πήξης. «Θα έχουμε σαφέστερη εικόνα από αυτά τα πειράματα μέσα στον Μάιο».
86 αναφορές σχετικά με άτομα που εμφάνισαν θρομβώσεις στον εγκέφαλο ή στην κοιλιακή χώρα εντός δύο εβδομάδων από τη λήψη μιας δόσης του εμβολίου της AstraZeneca είχε συγκεντρώσει ως τις 22 Μαρτίου ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ).
Προθρομβωτική θρομβοπενία
Ο δεύτερος θρομβο-κίνδυνος που σχετίζεται με τα εμβόλια τα οποία βασίζονται σε αδενοϊούς ως «οχήματα μεταφοράς» αφορά το σύνδρομο της προθρομβωτικής θρομβοπενίας ανοσολογικής αιτιολογίας μετά τον εμβολιασμό (Vaccine-Induced Prothrombotic Immune Thrombocytopenia -VIPIT). Οπως εξηγεί ο κ. Γεροτζιάφας, «η κατάσταση αυτή είναι πολύ διαφορετική από την «κλασική» θρόμβωση. Αυτού του τύπου οι θρομβώσεις συμβαίνουν συχνά σε ασυνήθιστα σημεία, όπως οι φλεβώδεις κόλποι του εγκεφάλου, οι μεσεντέριες φλέβες, οι ηπατικές φλέβες, η σπληνική και η πυλαία φλέβα. Ο εργαστηριακός έλεγχος δείχνει μάλιστα ότι οι ασθενείς εμφανίζουν παράλληλα χαμηλό αριθμό αιμοπεταλίων, υψηλά επίπεδα D-Dimers τα οποία αποτελούν προϊόντα αποδόμησης των θρόμβων καθώς και μείωση του ινωδογόνου – όλα αυτά τα ευρήματα είναι συμβατά με γενικευμένη και μη ελεγχόμενη ενεργοποίηση του μηχανισμού πήξης». Ο καθηγητής σημειώνει πως σε ό,τι αφορά το σύνδρομο VIΡΙΤ τα εμβόλια που έχουν ως φορέα αδενοϊό φαίνεται ότι προκαλούν την εμφάνιση ενός αντισώματος, το οποίο με τη σειρά του πυροδοτεί έναν μηχανισμό που ενεργοποιεί ταυτοχρόνως την πήξη του αίματος αλλά και τα ενδοθηλιακά κύτταρα δημιουργώντας θρομβώσεις σε σπάνια σημεία. Μάλιστα όπως σημειώνει, «αν όντως ο αδενοϊός που αποτελεί το «όχημα μεταφοράς» του εμβολίου είναι ο υπεύθυνος για το σύνδρομο, πιθανότατα το ίδιο πρόβλημα θα προκαλεί και το ρωσικό εμβόλιο που βασίζεται στον ίδιο ιικό φορέα».
Ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά
Οι παρενέργειες αυτές μπορεί – και δικαιολογημένα – να φοβίζουν, ωστόσο «είναι αντικειμενικά σπάνιες. Ο κίνδυνος από τη θανατηφόρα COVID-19 είναι σίγουρα μεγαλύτερος από τον κίνδυνο που συνεπάγεται η σπάνια παρενέργεια των θρομβώσεων εξαιτίας του εμβολιασμού» υπογραμμίζει ο κ. Γεροτζιάφας. Ωστόσο, όπως προσθέτει, γεννάται ένα σημαντικό βιοηθικό ζήτημα σχετικά με τους εμβολιασμούς, το οποίο «αγγίζει» άμεσα τον πληθυσμό: «Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα εμβόλια για τον SARS-CoV-2 χορηγούνται προληπτικά σε υγιείς κατά κύριο λόγο ανθρώπους και είναι μεγάλο βιοηθικό ζήτημα το κατά πόσο είναι αποδεκτό να λαμβάνει κάποιος ένα εμβόλιο το οποίο μπορεί έστω και σε πολύ σπάνια περίπτωση να αποβεί επικίνδυνο ακόμη και για τη ζωή του».
Για να μη φθάσουμε στο σημείο να αναπτύξει ένας άνθρωπος θρόμβωση μετά τον εμβολιασμό, ένα ερώτημα που προκύπτει είναι αν θα ήταν ενδεδειγμένο να λαμβάνουν όλοι προφυλακτική αντιθρομβωτική αγωγή επί κάποιες ημέρες μετά το «τσίμπημα». Η απάντηση του ειδικού είναι ένα κατηγορηματικό όχι και ιδού το γιατί: «Η χορήγηση αντιθρομβωτικών φαρμάκων, ακόμη και των πιο απλών όπως η ασπιρίνη, συνδέεται με κίνδυνο σοβαρών αιμορραγιών, ο οποίος είναι της τάξεως του 1%-2%, ανάλογα με το φάρμακο. Αν λοιπόν ξεκινούσαμε να χορηγούμε σε όλους τους ανθρώπους που εμβολιάζονται με το εμβόλιο της AstraZeneca αντιθρομβωτική αγωγή θα υπήρχε κίνδυνος εμφάνισης πολύ περισσότερων αιμορραγιών σε σύγκριση με το 1 στα 100.000 άτομα που κινδυνεύει, σύμφωνα με μελέτες, από το σύνδρομο VIΡΙΤ».
Απαιτείται ετοιμότητα
Ποια θα ήταν λοιπόν η λύση αυτή τη στιγμή ώστε να θωρακίσουμε τον πληθυσμό που εμβολιάζεται; Οπως αναφέρει ο κ. Γεροτζιάφας, «έως ότου ολοκληρωθούν οι μελέτες που θα μας δείξουν ποιους ακριβώς δείκτες πρέπει να ελέγχουμε ώστε να γνωρίζουμε εκ των προτέρων τα άτομα που δεν θα πρέπει να υποβάλλονται σε ένα συγκεκριμένο εμβόλιο λόγω κινδύνου θρομβώσεων, οι χώρες που συνεχίζουν να εμβολιάζουν με το εμβόλιο της AstraZeneca και τα υπόλοιπα τα οποία βασίζονται σε αδενοϊούς, θα πρέπει να έχουν σε πλήρη ετοιμότητα το κατάλληλο σύστημα ώστε να αντιμετωπίσουν έγκαιρα τα έστω και σπάνια περιστατικά θρομβώσεων που θα προκύψουν – διότι τέτοια περιστατικά μπορεί να προκύψουν ακόμη και σε μικρά, απομακρυσμένα μέρη και πρέπει οι γιατροί να έχουν τη γνώση να τα διακρίνουν και τα νοσοκομεία τις υποδομές ώστε να διεξάγουν τις κατάλληλες εξετάσεις». Πάντως ο καθηγητής υπογραμμίζει ότι οι εργαστηριακές εξετάσεις για τη διάγνωση του συνδρόμου VIPIT απαιτούν εξειδικευμένα εργαστήρια. «Στην Ελλάδα και όχι μόνο είναι λίγα τα νοσοκομεία που έχουν την υποδομή αλλά και το ειδικά καταρτισμένο προσωπικό ώστε να κάνουν τις εξειδικευμένες εξετάσεις».
Κλείνοντας ο κ. Γεροτζιάφας δίνει έμφαση στο ότι «με δεδομένο πως έχουμε απέναντί μας μια νόσο που έχει ήδη σκοτώσει εκατομμύρια άτομα, ο εμβολιασμός αποτελεί προτεραιότητα. Ελπίζουμε να αποκτήσουμε το συντομότερο δυνατόν μέσα από τις μελέτες μας τη γνώση εκείνη που θα μας επιτρέψει να εμβολιάζουμε τον κάθε άνθρωπο με βάση το προφίλ του ώστε να ελαχιστοποιούμε τον κίνδυνο θρομβώσεων». Μακάρι η γνώση, που είναι η μεγαλύτερη δύναμη, να «διαλύσει» τον κίνδυνο των κορωνο-εμβολιο-θρομβώσεων για το καλό του παγκόσμιου πληθυσμού.
Τα συμπτώματα που χτυπούν καμπανάκι
Συμπτώματα τα οποία «χτυπούν καμπανάκι» σχετικά με το σύνδρομο VIPIT μετά από εμβολιασμό για τον νέο κορωνοϊό είναι η ζάλη, η επίμονη και σοβαρή κεφαλαλγία, οι διαταραχές όρασης, το κοιλιακό ή θωρακικό άλγος, η δύσπνοια, το οίδημα και η ερυθρότητα σκέλους, η ωχρότητα και ψυχρότητα άκρου, σύμφωνα με την Ελληνική Αιματολογική Εταιρεία. Τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως μετά από 5 έως 24 ημέρες από τον εμβολιασμό. Πρέπει να σημειωθεί ότι μέχρι στιγμής δεν υπάρχει αποδεδειγμένη συσχέτιση του συνδρόμου με προηγούμενο ιστορικό θρόμβωσης, θρομβοπενία ή κληρονομική θρομβοφιλία.
Ο κ. Γεροτζιάφας επισημαίνει πάντως ότι πρόκειται για «άτυπα συμπτώματα, τα οποία μπορεί κάποιος να εμφανίσει στο πλαίσιο μιας ψυχολογικής αντίδρασης. Οπότε τα συστήματα υγείας πρέπει να είναι έτοιμα να διακρίνουν τα άτομα εκείνα που πραγματικά εμφανίζουν συμπτωματολογία εξαιτίας του εμβολιασμού ώστε να τα υποβάλουν ταχέως σε μια σειρά ενδεδειγμένων εξετάσεων που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων εξέταση των D-Dimers και έλεγχο αντισωμάτων ενάντια στην ηπαρίνη καθώς το σύνδρομο VIPIT προσομοιάζει με μια αλλεργική αντίδραση που κάποιοι ασθενείς εμφανίζουν στην ηπαρίνη».
Το σύνδρομο VIΡΙΤ δείχνει να έχει «προτίμηση» στις γυναίκες κάτω των 55 ετών. Αυτή η παρατήρηση, σύμφωνα με τον καθηγητή, «είναι εντελώς εμπειρική, με βάση τα στοιχεία που έχουμε δει προς το παρόν και τα οποία δείχνουν ότι γυναίκες, κυρίως αναπαραγωγικής ηλικίας, είναι αυτές που μετά τον εμβολιασμό συνήθως εμφανίζουν VIPIT – πιθανώς λόγω ενδογενών ορμονών. Ομως αυτό δεν σημαίνει ότι το σύνδρομο δεν μπορεί να “χτυπήσει” και άτομα άλλων ηλικιών. Ισως τα περιστατικά που έχουν δηλωθεί μέχρι στιγμής να αποτελούν μάλιστα μόνο την κορυφή του παγόβουνου – η εμπειρία μας από περιστατικά αλλεργίας στην ηπαρίνη που έχουν οδηγήσει σε θρομβώσεις έχει δείξει ότι πράγματι πίσω από τις περιπτώσεις που ανιχνεύουμε υπάρχουν και άλλες που δεν καταγράφονται ποτέ».
«Να γίνει άρση της πατέντας των mRNA εμβολίων»
Καθώς τα mRNA εμβόλια φαίνεται να είναι αυτή τη στιγμή το αποτελεσματικότερο και ασφαλέστερο προληπτικό «όπλο» ενάντια στον νέο κορωνοϊό, πρέπει να αποτελέσουν ένα αγαθό προσβάσιμο σε όλους, λέει ο κ. Γεροτζιάφας. «Δεν πρέπει να ανεχθούμε να αφήσουμε τις ζωές μας, τις κοινωνίες μας, τις οικονομίες μας να εξαρτώνται από τα συμφέροντα των εταιρειών. Και αυτό ισχύει για όλους τους ανθρώπους σε όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που κατατάσσονται στις λιγότερο προηγμένες και οι οποίες έχουν αυτή τη στιγμή τη μικρότερη – ως μηδαμινή – πρόσβαση σε εμβόλια. Ετσι έρχεται πιο επιτακτικά από ποτέ στο προσκήνιο το ζήτημα της άρσης της πατέντας των mRNA εμβολίων – χρειάζεται μαζική παραγωγή τους και από άλλες φαρμακοβιομηχανίες ώστε να φθάσουν σε περισσότερους ανθρώπους. Την άποψη αυτή συμμερίζεται το διεθνές πάνελ 35 ειδικών στο οποίο συμμετέχω – έχουμε ετοιμάσει και ένα άρθρο στο οποίο αναλύουμε τη θέση μας και θα δημοσιευθεί σύντομα». Μια τέτοια άρση πατέντας θα μπορούσε να ωφελήσει σημαντικά και τις εγχώριες φαρμακοβιομηχανίες, καταλήγει ο καθηγητής. «Θα γινόταν μεταφορά πολύτιμης τεχνογνωσίας για μια μέθοδο η οποία υπόσχεται πολλά όχι μόνο ενάντια στην COVID-19 αλλά και σε νόσους όπως ο καρκίνος».
πηγή: https://www.tovima.gr