Επιμέλεια: Νότης Χάλαρης
Η έννοια του «μαχητή» και ένα παράδειγμα για κάθε ποδοσφαιριστή που… περιμένει την δική του ευκαιρία. Ο Δημήτρης Γιαννούλης κέρδισε την εκτίμηση του Θοδωρή Ζαγοράκη, έγραψε ιστορία με τον ΠΑΟΚ και τώρα είναι έτοιμος να ζήσει το όνειρο της Αγγλίας…
«Μία μέρα θα γίνω επαγγελματίας ποδοσφαιριστής», αναφώνησε ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας Γιαννούλη, Κώστας. Μία «επανάσταση», με δόση απόλυτης εμπιστοσύνης και στήριξης από τον πατέρα, Νίκο. Όλα αυτά, συνδυάστηκαν άψογα στα αυτιά του μικρότερου μέλους της οικογένειας, ο οποίος μαζί με το ταλέντο του, θα χάραζε τον δικό του δρόμο.
Ο Δημήτρης Γιαννούλης περίμενε υπομονετικά την ευκαιρία στον ΠΑΟΚ και μέσα σε δύο χρόνια, την εξέλιξε σε ένα «εισιτήριο» για το όνειρο της Αγγλίας. Η ανακοίνωσή του στη Νόριτς είναι η δική του αρχή στο «παραμύθι» των Ελλήνων του εξωτερικού και ο ίδιος είναι έτοιμος να θέση τις βάσεις για να πρωταγωνιστήσει την επόμενη σεζόν στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου. Τα χνάρια του αδερφού του, οι συνεχής δανεισμοί και η συμμετοχή στο «χρυσό» ρόστερ του πρωταθλήματος…
Ένα φιλικό για πάρτη του…
Γεννημένος στις 17 Οκτωβρίου του 1995 στην Κατερίνη, ο Δημήτρης Γιαννούλης ήταν το δεύτερο παιδί μετά τον Κωνσταντίνο, ο οποίος τον περνούσε οκτώ χρόνια. Με τον αδερφό του να ενσωματώνεται από νωρίς στο ποδόσφαιρο, ο Δημήτρης ακολούθησε τα χνάρια του και αμφότεροι ξεκίνησαν από τις ακαδημίες του Βατανιακού. Βέβαια, την ώρα που ο μικρός Γιαννούλης έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα, ο μεγάλος είχε ήδη ξεκινήσει την δική του καριέρα.
Το ταλέντο του νεαρού ποδοσφαιριστή ήταν ευδιάκριτο και ξεχώριζε με κάθε τρόπο από τα υπόλοιπα παιδιά της ακαδημίας. Όπως ήταν φυσικό, αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από το δίχτυο σκάουτινγκ των μεγάλων ομάδων. Μέσα σε αυτές ήταν και ο ΠΑΟΚ, ο οποίος έμεινε έκπληκτος από τις αποδόσεις του και το 2014, διοργανώνει ένα φιλικό για… πάρτη του. Η συμμετοχή του ήταν ακριβώς αυτό που ήθελε ο Θοδωρής Ζαγοράκης για να «ανάψει» το πράσινο φως και να πείσει τον Ιβάν Σαββίδη να τον φέρει στην Τούμπα.
Η αλλαγή θέσης και οι συνεχής δανεισμοί!
Ήταν μόλις 18 ετών όταν υπέγραψε το συμβόλαιό του με τον ΠΑΟΚ. Την ίδια στιγμή, ο αδερφός του έδινε τα χέρια με τον Ολυμπιακό, έπειτα από τις εξαιρετικές του εμφανίσεις στον Ατρόμητο. Από την άλλη, ο Δημήτρης, παραχωρήθηκε κατευθείαν δανεικός στον Πιερικό της Football League. Εκεί, πραγματοποίησε εξαιρετικές εμφανίσεις ως αριστερό εξτρέμ, αφήνοντας, παράλληλα αρκετές υποσχέσεις για το μέλλον.
Μέτρησε συνολικά 28 συμμετοχές, με απολογισμό πέντε ασίστ ενώ, παράλληλα, αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της κατηγορίας. Οι εμφανίσεις του, μπορεί να μην έπεισαν τον ΠΑΟΚ αλλά έδωσαν αυτά που έψαχναν οι μικρομεσαίες ομάδες της Superleague. Εκείνη που κέρδισε τον «αγώνα» για την υπογραφή του, ήταν η Βέροια. Ένα νέο κεφάλαιο που θα άλλαζε όλη την καριέρα του νεαρού άσου.
Η παρουσία του, δεν ήταν απλά ολοκληρωτική και θετική. Ο νεαρός άσος εξελίχθηκε μέσα από την πρώτη του παρουσία στην μεγάλη κατηγορία και, ταυτόχρονα, είδε τον Γιώργο Γεωργιάδη να τον αλλάζει… θέση στον αγωνιστικό χώρο. Από αριστερό εξτρέμ, μετατέθηκε σε αριστερό μπακ. Αρχικά, στον ίδιο δεν άρεσε αυτή η προοπτική, όμως στη συνέχεια αντιλήφθηκε ότι του ταιριάζει «γάντι». Η εξέλιξή του ήταν ραγδαία και είχε μεταμορφωθεί σε ένα σύγχρονο φουλ μπακ.
Μπορεί να μην κατάφερε να σημειώσει κάποιο γκολ ή ασίστ, όμως σε 26 παρουσίες απέδειξε πως αξίζει το βραβείο του «Rookie» της χρονιάς στη Superleague. Ο ΠΑΟΚ δεν έμεινε ασυγκίνητος και, εκτός από την ανανέωση του συμβολαίου του, τον διατήρησε στο ρόστερ του για έξι μήνες. Τα πράγματα δεν πήγαιναν όπως θα περίμενε, καθώς δεν πήρε ποτέ τις ευκαιρίες που αναλογούσαν από τον Ίβιτς.
Έτσι, παραχωρήθηκε τον Γενάρη για ακόμη μία φορά δανεικός. Αυτή τη φορά στην Ανόρθωση, κάνοντας παράλληλα το πρώτο του ταξίδι εκτός Ελλάδας. Η ψυχολογία του, ωστόσο δεν ήταν σε υψηλά επίπεδα. Τα λόγια του, το έδειχναν όταν ανέφερε πως: «Πρέπει να είσαι αναίσθητος για να μην σε επηρεάσει κάτι τέτοιο όταν αλλάζεις ομάδες». Στην Κύπρο έμεινε μακριά από τις καλές του εμφανίσεις και το καλοκαίρι επέστρεψε στην Θεσσαλονίκη, μένοντας εκτός πλάνων και στη λίστα των δανεικών.
Η δικαίωση στον Ατρόμητο που έφερε την δεύτερη ευκαιρία…
Ο Νταμίρ Κάναντι βλέπει στα μάτια του 22χρονου, τότε, μπακ την επιθυμία να καθιερωθεί, την ίδια στιγμή που ο Αλέξανδρος Κατράνης ετοίμαζε βαλίτσες για την Σεντ-Ετιέν. Ταυτόχρονα, στο Περιστέρι κατέφτανε και ο Χοάν Οριόλ από τη Μαγιόρκα. Ένας αμυντικός με δεκάδες παραστάσεις σε υψηλό επίπεδο και σε καλή ηλικία (30 ετών). Ο Αυστριακός προπονητής, όμως, είχε εστιάσει στον μπακ από την Κατερίνη. Δούλεψε πάνω σε αυτόν και τον ολοκλήρωσε τακτικά και τεχνικά. Την ίδια στιγμή, η δύναμη που είχε αλλά και το θράσος, του επέτρεπαν να πάρει ευκαιρίες και να κάνει τα κατάλληλα ανεβάσματα.
Βέβαια, μεγάλο ρόλο έπαιξε πως ο δανεισμός ήταν για δύο χρόνια και όχι για ένα, με αποτέλεσμα ο Κάναντι να τον υπολογίζει ως μία βασική μονάδα του συλλόγου.
Μέσα σε 1,5 χρόνο, ο Γιαννούλης είχε δείξει γιατί όλοι τον θεωρούσαν τον επόμενο μεγάλο μπακ της Ελλάδας. Την ίδια στιγμή, ο ΠΑΟΚ αντιμετώπιζε μεγάλο θέμα σε εκείνη την θέση, κάτι που ανάγκασε τον Ραζβάν Λουτσέσκου να χρησιμοποιήσει τον… Βιεϊρίνια ως αμυντικό. Έτσι, τον Γενάρη του 2019, ο Έλληνας ποδοσφαιριστής παίρνει την δεύτερη ευκαιρία του από τον Δικέφαλο.
Κατευθείαν στα… «βαθιά»
Οι 14 ασίστ σε 53 εμφανίσεις με τον Ατρόμητο, μαρτυρούσαν πως ήταν ένας γνήσιος φουλ μπακ της νέας εποχής. Πήρε κατευθείαν φανέλα βασικού και ανέλαβε να υπερασπιστεί την αριστερή πλευρά ενόψει του… πρωταθλήματος. Το «γρανάζι» που προστέθηκε στη μηχανή του ΠΑΟΚ ήταν καταλυτικό και ουσιαστικά ολοκλήρωσε το «παζλ» του ρόστερ. Έπαιξε σε συνολικά 12 παιχνίδια και πρόσφερε στα μέγιστα για την κατάκτηση του νταμπλ, προσθέτοντας το όνομά του στο ρόστερ της «χρυσής» χρονιάς.
Καθιερώθηκε με τα χρώματα του ΠΑΟΚ στον απόλυτο βαθμό και δεν επηρεάστηκε ούτε στην ξαφνική αλλαγή προπονητή. Του εναντίου, ήταν ακόμα καλύτερος. Ο Αμπέλ Φερέιρα βρήκε τα «κουμπιά» του και απλά τα ενίσχυσε ακόμα περισσότερο. Η κυριαρχία του Ολυμπιακού μπορεί να μην επέτρεψε στον Δικέφαλο να κατακτήσει για δεύτερη σερί φορά το πρωτάθλημα, ωστόσο εκείνος παρέμεινε το «φως» στη σεζόν. Ήταν παρών σε 44 εμφανίσεις και είχε ως απολογισμό ένα γκολ με έξι άσιστ σε όλες τις διοργανώσεις.
Οι συμβουλές του αδερφού του και οι διαφορές με Τσιμίκα…
Πίσω από όσα έχει πετύχει, βρίσκεται ο μεγάλος του αδερφός, Κώστας. Εκείνος, σε ηλικία πλέον 33 ετών, στάθηκε δίπλα στον Δημήτρη από την πρώτη στιγμή. Πρώτα από όλα, στην αλλαγή της θέσης, καθώς ο μεγάλος Γιαννούλης ήταν γνήσιος μπακ και ήταν βαρόμετρο στην προσαρμογή του νεαρού στα νέα δεδομένα. Από εκεί και πέρα, η επιλογή του Βατανιακού δεν ήταν τυχαία. Όπως και στο θέμα της Ανόρθωσης ή του Πιερικού για δανεισμό, ωστόσο εκεί, που ήταν καθοριστική η συμβολή του, ήταν στην περίπτωση του Ατρομήτου. Με μία «φτωχή» και κακή σεζόν, ο μικρός αδερφός συμβουλεύτηκε τον μεγάλο για το επόμενο βήμα του και η κατάληξη στο Περιστέρι, ήταν η κατάλληλη.
Η τριετή θητεία του Κωνσταντίνου εκεί (αρχικά ως δανεικός και έπειτα με κανονική μεταγραφή), του είχε προσφέρει την ευκαιρία του Ολυμπιακού έπειτα από 114 εμφανίσεις, δύο γκολ και τέσσερις ασίστ. Η δικαίωση ήρθε στο χαμόγελο με τη φανέλα της Νόριτς. Ωστόσο, ουκ ολίγες φορές, συγκρίθηκε με τον νυν άσο της Λίβερπουλ και πρώην του Ολυμπιακού, Κώστα Τσίμικα. Όπως είναι λογικό, μπορεί να είναι φουλ μπακ, όμως είχαν αρκετές διαφορές, ειδικά στο τακτικό κομμάτι. Ο ένας πιο γρήγορος, ο άλλος καλύτερος αμυντικά. Ο ένας με φαρμακερή σέντρα, ο
άλλος με σωστές τοποθετήσεις επιθετικά και ευκολότερη ασίστ. Γενικά δύο τόσο ίδιοι αλλά και διαφορετική ποδοσφαιριστές, που παρότι πήραν μεταγραφή σε άλλου επιπέδου ομάδες, φαίνεται πως θα κρατήσουν τον ανταγωνισμό τους και στη Premier League.
Είναι το όνειρο κάθε ποδοσφαιριστή να φτάσει μέχρι εκείνο το σημείο. Να παίρνεις μεταγραφή σε ένα από τα κορυφαία πρωταθλήματα της Ευρώπης και η ομάδα που σε αποκτάει να έχει βλέψεις για τη Premier League. Ο Δημήτρης Γιαννούλης δεν το έβαλε κάτω σε κανένα εμπόδιο. Ήταν εκεί να αντιμετωπίσει όλες τις δυσκολίες, να δείξει τι αξίζει και εν τέλει να δικαιώσει τον Θοδωρή Ζαγοράκη για την επιμονή της μεταγραφής του.