Ο πίνακας «Η Ελλάς ευγνωμονούσα». Ζωγραφισμένος στο Μόναχο όπου έζησε ο Βρυζάκης στα χρόνια μετά την Επανάσταση, ο πίνακας παρουσιάζει την Ελλάδα σαν αρχαία κόρη, αλλά και Παναγιά της Αγίας Σκέπης, να υπερίπταται πάνω σε σύννεφο.
Γράφει ο Παναγιώτης Πασπαλιάρης*
Μπορείς να κοιτάς έναν πίνακα για χρόνια, να βρίσκεται σε βιβλία Ιστορίας, στο Internet, ως φόντο πρωθυπουργικών συνεντεύξεων, αντικείμενο πολιτικής αντιδικίας, αλλά να μην έχεις καταφέρει να τον δεις όπως πρέπει. Να εννοήσεις τις ιστορίες που αυτός κρύβει, ιστορίες συνυφασμένες με την αξία του ζωγράφου και του πνεύματός του. Μιλάμε βέβαια για τον πίνακα του Θεόδωρου Βρυζάκη, «Η Ελλάς ευγνωμονούσα». Ζωγραφισμένος στο Μόναχο όπου έζησε ο Βρυζάκης στα χρόνια μετά την Επανάσταση, ο πίνακας παρουσιάζει την Ελλάδα σαν αρχαία κόρη, αλλά και Παναγιά της Αγίας Σκέπης, να υπερίπταται πάνω σε σύννεφο. Τα χέρια της είναι απλωμένα και από κάτω της βρίσκονται οι μορφές της Ελληνικής Επανάστασης, με πιστά τα χαρακτηριστικά του προσώπου και της ενδυμασίας τους, όπως τα πήρε ο Βρυζάκης από τα έργα του Krazeisen και του Von Hess.
Είναι όλοι εκεί, ο Ρήγας, ο Υψηλάντης, ο Κολοκοτρώνης, ο Καραϊσκάκης, ο Ανδρούτσος, προεστοί, ναυτικοί, η Μπουμπουλίνα. Κι όμως, μια προσεκτικότερη ματιά κρύβει ίσως ένα απροσδόκητο μήνυμα. Είκοσι μία μορφές και ένα παιδί βρίσκονται στα δεξιά της Ελλάδας και είκοσι μία στα αριστερά της. Ολοι κοιτούν ψηλά τη μορφή της. Ολοι εκτός από δύο άντρες που ξεχωρίζουν γιατί φαίνεται να κοιτούν εμάς, τον θεατή του πίνακα, και βρίσκονται ακριβώς πίσω από την Ελλάδα. Εξ αριστερών της ο Αδαμάντιος Κοραής, με ένα σοβαρό χαμόγελο. Δεν είναι περίεργο αυτό. Ο Βρυζάκης ήταν άνθρωπος των γραμμάτων και των τεχνών. Αναγνώριζε ίσως τον Κοραή ως τον πνευματικό ταγό του έθνους. Αυτόν που δούλεψε ασταμάτητα πάνω σε μεταφράσεις και εκδόσεις αρχαίων συγγραφέων, συμπυκνώνοντας το έργο δεκάδων ευρωπαίων διαφωτιστών σε μια ζωή, με μια πένα, και με ένα όνειρο: την πνευματική αναγέννηση των Ελλήνων.
Θα ασχοληθούμε όμως με τη μορφή εκ δεξιών. Με ένα ελαφρώς πιο θλιμμένο χαμόγελο αναγνωρίζουμε τη μορφή του Ιωάννη Καποδίστρια. Είναι σαφές ότι ο Βρυζάκης γνωρίζει τις προεπαναστατικές ενέργειες του Καποδίστρια και γι’ αυτό τον βάζει στην ίδια θέση με τον Κοραή. Ο ένας προετοίμασε την πνευματική αναγέννηση του λαού και ο άλλος την πολιτική. Ο Βρυζάκης όμως γνώριζε και άλλη μία από τις ιστορίες του κερκυραίου πολιτικού.
Ο Καποδίστριας εκλέχθηκε κυβερνήτης της Ελλάδας το 1827 ευρισκόμενος στην Ευρώπη. Υστερα από έναν γύρο επαφών σε όλη την ήπειρο, σε βασιλιάδες αλλά και σημαντικούς πολιτικούς, έφτασε πια στην Αγκώνα της Ιταλίας. Με αγωνία περπατούσε πάνω-κάτω, «οργυιομετρώντας» το λιμάνι της πόλης αυτής μέχρι να έρθει το αγγλικό πλοίο να τον μεταφέρει με τις προσήκουσες τιμές στην Ελλάδα.
Στην Αγκώνα ασχολήθηκε με το έργο που είχε αναλάβει για αρκετά χρόνια, τη μόρφωση δηλαδή ορφανών παιδιών του Αγώνα που η τύχη τα έφερε ασυνόδευτα στην Ευρώπη, για να γλιτώσουν από τις σφαγές του πολέμου. Πλήρωνε τα έξοδά τους, τη διατροφή και τα βιβλία τους, και ενημερωνόταν προσωπικά για το καθένα από αυτά, για τις δυνατότητες και την πρόοδό τους. Επιθυμούσε με αυτά τα παιδιά να στήσει την Ελλάδα, καθώς αυτά θα τελείωναν τις σπουδές τους. Εγραφε: «Τούτο είναι… το ροδόχρουν μέρος των ονειράτων μου, με το οποίον δεν ομοιάζουσι τα άλλα».
Τα παιδιά-υπηρέτες
Τις πρώτες ημέρες της διακυβέρνησής του μετέβη στο στρατόπεδο του Δαμαλά (Τροιζήνα) για να αναδιοργανώσει το στράτευμα. Εκεί είδε ένα θλιβερό θέαμα, που δεν προβλημάτιζε μάλλον κανέναν άλλο. Δεκάδες παιδιά 8, 10 ή 12 ετών δούλευαν ως υπηρέτες σε οπλαρχηγούς. Υποτίθεται ότι τους βοηθούσαν στη μάχη φέρνοντάς τους νερό και βόλια, αλλά η αλήθεια είναι ότι συνήθως υπόκειντο σε κάθε είδους εξευτελισμό.
Ο κυβερνήτης απαίτησε από τους οπλαρχηγούς την αποδέσμευση των παιδιών. Τον Μάρτη του 1828, λιγότερους από δύο μήνες μετά την ορκωμοσία, μεταφέρθηκαν 160 παιδιά στον Πόρο, όπου τελικά εγκαταστάθηκαν στη Μονή της Ζωοδόχου Πηγής. Αλλα 250 παιδιά από όλη την Πελοπόννησο μάζεψε ο κυβερνήτης στην πρωτεύουσα, το Ναύπλιο. Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς είχαν ολοκληρωθεί στην πόλη κάποια υποτυπώδη κτίρια για να τα στεγάσουν. Παράλληλα λειτούργησε γι’ αυτά αλληλοδιδακτικό σχολείο, ώστε να μη χαθεί ούτε μία ώρα μάθησης.
Τον Φλεβάρη του 1829 όμως, στην προσωρινή έδρα της κυβέρνησης, στην Αίγινα, εγκαινιάστηκε το περίφημο Ορφανοτροφείο, το σπουδαιότερο κατά τη γνώμη μας κτίριο της διακυβέρνησής του. Αιγινήτες αλλά και πρόσφυγες στο νησί εργάστηκαν εθελοντικά ή με ελάχιστα χρήματα για να οικοδομήσουν το κτίριο αυτό υπό την άμεση καθοδήγηση του μεγάλου αδελφού του κυβερνήτη, του Βιάρου Καποδίστρια, και κατόπιν του σπουδαίου Ανδρέα Μουστοξύδη. Στο Ορφανοτροφείο στεγάστηκαν τα παιδιά του Πόρου, του Ναυπλίου και 66 παιδιά που αγοράστηκαν από τους Αιγυπτίους με χρήματα του βασιλιά της Γαλλίας. Οι μαθητές έμεναν σε δωμάτια των 35 ατόμων και έφτασαν την πρώτη χρονιά τους 495 στο σύνολο. Ο κυβερνήτης έχτισε εκκλησία στο μεγάλο κτήμα που βρισκόταν το Ορφανοτροφείο, φύτεψε δέντρα και καλλιέργησε τη γη, αντιγράφοντας το σύστημα του Ελβετού Fellenberg, προσωπικού του φίλου που πίστευε ότι τα παιδιά πρέπει να μαθαίνουν μέσα στη φύση και να μεγαλώνουν ευτυχισμένα.
Μαθήματα στο Ορφανοτροφείο
Για τη μόρφωση των παιδιών υπήρχαν 7 δάσκαλοι. Οι μαθητές μάθαιναν, εκτός από τα εγκύκλια γράμματα, ευρωπαϊκή μουσική, ζωγραφική, ενώ έκαναν και γυμναστική. Από τον ξυλουργό, τον ράφτη, τον βιβλιοδέτη μάθαιναν τέχνες. Υπήρχαν γιατρός και ιερέας στο Ορφανοτροφείο. Δεν ήταν μόνιμοι όμως οι δάσκαλοι. Οι της αριθμητικής, της ζωγραφικής και ο «παιδοτρίβης» απολύθηκαν. Τα αίτια πολλά, ίσως υποκρύπτονται σε μια έκθεση (28.5.1829) του Γρηγόριου Κωνσταντά, του γνωστού ιερωμένου και διαφωτιστή, που τότε υπηρετούσε ως οικονομικός διαχειριστής στη σχολή: «Οι διδάσκαλοι, οι παιδαγωγοί και οι άλλοι υπηρετούντες και εργαζόμενοι εις το ίδρυμα πρέπει να είναι νυμφευμένοι, πολλών ένεκα, και διότι οι τοιούτοι μάλλον φιλόπαιδες».
Τα ορφανά από την αιχμαλωσία της Αιγύπτου έφεραν μαζί τους τη φοβερή εκείνη την εποχή ασθένεια της «οφθαλμίας». Μέτρα ελήφθησαν, όμως η συμβίωση τόσων παιδιών σε έναν χώρο ήταν δύσκολο εγχείρημα. Κάποια τυφλώθηκαν, ενώ άλλα πέθαναν εξασθενημένα από τις κακουχίες και τις ασθένειες που είχαν σημαδέψει το σώμα τους πριν τα περιθάλψει ο κυβερνήτης στο ίδρυμα. Τα τυφλά παιδιά τα έστειλε ο κυβερνήτης σε μονές τις οποίες διάλεξε προσεκτικά.
Κανένα παιδί δεν άφησε στην τύχη του. Αυτά που δεν είχαν δυνατότητες στα γράμματα τα μάθαινε τέχνη. Τους μάζευε μάλιστα από 1 φοίνικα κάθε εβδομάδα, ώστε όταν φτάσουν στην ηλικία να φύγουν από το ίδρυμα να εξασκήσουν την τέχνη που έμαθαν αγοράζοντας τα αναγκαία εργαλεία. Τα πιο γερά στα γράμματα, 21 τον αριθμό, τα έστειλε στο Παρίσι, με πρόσκληση του γάλλου βασιλιά. Αλλα, στο Κεντρικό Σχολείο Πολέμου στο Ναύπλιο και σε έναν ακόμα λόχο που δημιούργησε ο κυβερνήτης στην πρωτεύουσα και που του έδωσε ο ίδιος το όνομα: «Ευέλπιδες» τους ονόμασε, για να μην ξεχνούν ποτέ την αποστολή που τους ανέθεσε η πατρίδα.
Είχε όμως ανθρώπους, θα πει ο σύγχρονος αναγνώστης. Ο αδελφός του και ο έμπιστος Μουστοξύδης έκαναν τη δουλειά ώστε αυτός να ασχοληθεί με τα πιο σημαντικά θέματα: τον στρατό, τη διπλωματία, τον Ιμπραήμ, την οικονομία, το χτίσιμο των πόλεων, τους πρόσφυγες, και, μην ξεχνάμε, βέβαια την πατάτα. Η αλήθεια είναι διαφορετική. Και δεν υπάρχει τρόπος να την εννοήσει κανείς παρά συμμετέχοντας στην αγωνία του. Εγραφε στον διευθυντή του ιδρύματος στον Πόρο αρχές του 1828: «Στέλλω σοι ενδύματα διά τα υπό την διεύθυνσίν σου παιδία, ήτοι ανά μίαν φουστανέλαν, ανά δύο υποκάμισα, δύο βρακία, ζεύγος τσαρουχιών, φέσιον, κάπα και ζώνην. Πριν, όμως, ενδύσεις τα παιδιά, να κουρέψεις και λούσεις αυτά καλώς. Να αλλάζωσιν υποκάμισον και βρακίον κάθε εβδομάδα. Αι κλίναι των να είναι από άχυρον ή φύλλα ικανώς ξηρά. Το προσκεφάλειον μία πέτρα και σκέπασμα η κάπα…».
Και να μην τα πειράξει κανείς αυτά τα παιδιά. Να μην τα χτυπήσει κανείς. Το έτος 1828, ο κυβερνήτης της Ελλάδας απαγόρεψε στην εκπαίδευση τη σωματική τιμωρία. Ομως ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε την 27η Σεπτεμβρίου του 1831. Το «ροδόχρουν μέρος των ονειράτων» του έγινε ουσία αξεδιάλυτη από το αίμα του. Το 1834 υπήρχαν μόνο 100 παιδιά στο ίδρυμα, που μεταφέρθηκε στο Ναύπλιο. Δέκα χρόνια αργότερα μόνο 15, και το ίδρυμα έκλεισε οριστικά. Αποβάλλονταν τα παιδιά ως υπεράριθμα, ενώ τα πολλά φτωχά και τα καινούργια ορφανά αφήνονταν πια στην τύχη τους. Οι νέοι αυτής της χώρας σταμάτησαν να είναι προτεραιότητα από τη μέρα που έχασαν τον πατέρα τους.
Μουστοξύδης
Του πατέρα λοιπόν αυτού οι δολοφόνοι βρίσκονται επίσης στον πίνακα του Θεόδωρου Βρυζάκη. Είναι οι τρεις υποπίπτοντες στα πόδια της Ελλάδας. Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης έχει σταυρωμένα τα χέρια στο στήθος και τα μάτια χαμηλά. Πίσω του, ο Κωνσταντίνος, ο αδελφός του. Και με την πλάτη γυρισμένη σε εμάς, μάλλον ο Γεώργιος ζωσμένος με τα ασημένια πατρόνια της διαθήκης του. Στην ορθόδοξη παράδοση η γονυκλισία έχει μόνο μία έννοια, αυτή της μετάνοιας. Τούτο κατά τη γνώμη μας είναι ένα ακόμα κύριο μήνυμα του πίνακα, ότι ο Βρυζάκης καταδίκασε τους δολοφόνους να ζητούν για πάντα συγχώρηση ενώπιον της πατρίδας για το έγκλημα που διέπραξαν.
Διακόσια χρόνια μετά και το έγκλημα αυτό δεν έχει βρει δικαίωση. Γιατί υπήρξαν πολλοί που υποστηρίξαν ότι ο κυβερνήτης ήταν ένας «δικτάτορας». Ιστορικοί, όπως ο Γιάνης Κορδάτος, αλλά και ιστορίζοντες στις μέρες μας. Ο Βελουχιώτης ξεκινούσε με αυτόν τους λόγους του στα βουνά, αποκαλώντας τον «καταστροφέα της Ελλάδας». Και οι της άλλης πλευράς ως «τύραννο» τον καταράστηκαν. Ο Μαυροκορδάτος και ο Πολυζωίδης, ο «φιλελεύθερος» υπουργός Παιδείας που καθιέρωσε τη βέργα και την καθαρεύουσα ως μέσα διαπαιδαγώγησης μιας ανελεύθερης παιδείας.
Δυστυχώς για όλους αυτούς, αρκεί να κοιτάξει ξανά κανείς τον πίνακα για να καταλάβει ότι η Ελλάς θα είναι πάντα ευγνωμονούσα. Φρόντισε γι’ αυτό και ο Θεόδωρος Βρυζάκης, ένα από εκείνα τα αναστημένα παιδιά του Ορφανοτροφείου της Αίγινας.
Ο Π. Πασπαλιάρης είναι ιστορικός. Αυτή την περίοδο ετοιμάζει μια διευρυμένη βιογραφία του Ι. Καποδίστρια
Βιβλιογραφία
Καποδίστριας, Ι.Α. Επιστολαί Διπλωματικαί, Διοικητικαί και Ιδιωτικαί. Μετάφραση Μιχαήλ Σχινά, τόμος Δ΄, Αθήνα, 1841.
Σ. Β. Κουγέα, Η Διαθήκη του Γεωργίου Μαυρομιχάλη, Πελοποννησιακά, Τόμος Α’, 1956
Μεντζαφού-Πολύζου, Ολγα. Η Ελλάς ευγνωμονούσα,1858 – Θεόδωρος Βρυζάκης 1821 Μορφές και Θέματα του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στη Ζωγραφική του 19ου αιώνα. Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, Αθήνα, 2004.
Τόμπρος, Νικόλαος. Οι Τρόφιμοι, η Στελέχωση και η Διοίκηση του Ορφανοτροφείου της Αίγινας (1829-1834). Ανάτυπο Πρακτικών ΚΔ’ Πανελληνίου Ιστορικού Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη, 2004.
Κυρού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου (Διασκευή Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Διον. Δράγα, δθ. Δφ) Γονυκλισία: Τι είναι, πόσα είδη υπάρχουν και πότε επιτρέπεται; (29.9.2016) Ανακτήθηκε από www.dogma.gr (2.5,2021)