Σε μία περίοδο πολύ έντονων πολιτικών και κοινωνικών διεργασιών, ο δημόσιος διάλογος βρίθει ζητημάτων που γεννούν έντονες αντιπαραθέσεις. Άλλοτε θα έλεγε κανείς πως “αυτή είναι η μαγεία της δημοκρατίας”. Προσεγγίζοντας ποσοτικά τον εγχώριο δημόσιο διάλογο θα έλεγα πως ναι. Ποιοτικά όμως;
Σε αυτή τη λοιπόν την περίοδο, επιλέγω να εστιάσω στην υπόθεση της απεργίας πείνας του εκτελεστή της τρομοκρατικής οργάνωσης και καταδικασθέντα σε έντεκα φορές ισόβια Δημήτρη Κουφουντίνα. Ενός δολοφόνου (συγνώμη για τον υβριστικό χαρακτηρισμό κ. Κούρτοβικ), που διέπραξε τα εγκλήματα του στο όνομα του αγώνα του κατά των θεσμών της Δημοκρατίας.
Μου προκαλούν έκπληξη, και ας με πουν ρομαντικό, οι δηλώσεις που ακούω και διαβάζω γύρω από το ζήτημα. Από πολίτες και πολιτικούς που επιδίδονται σε έναν αγώνα λαϊκισμού, σε ένα διαγωνισμό βαρβαρότητας. Θα επικεντρωθώ όμως πρώτα στους δεύτερους.
Ποιο είναι το αξιακό σύστημα πάνω στο οποίο δομείται η δημοκρατία όταν μέλη της Βουλής των Ελλήνων αξιολογούν τη δράση μιας εγχώριας τρομοκρατικής οργάνωσης με βάση την ιδεολογία των θυμάτων τους; Το ερώτημα δεν επιδέχεται απάντηση αλλά ακριβώς αυτό έκανε ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα όχι σε ανάρτηση στο facebook αλλά μέσα στη Βουλή. Μέσα στη Βουλή. Μέσα στη φρίκη της δήλωσης, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ξέχασε μάλλον πως τα θύματα της 17 Νοέμβρη δεν ήταν μόνο πολιτικοί, πολλώ μάλλον, δεν ήταν μόνο δεξιοί.
Μετά από τη δήλωση έκανα refresh την αρχική μου σελίδα περιμένοντας μία ανακοίνωση καταδίκης σε αυτή τη τοποθέτηση. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και σύσσωμη η αριστερά περίμενα πως θα υπερασπιστούν την αξιοπρέπεια τους και δεν θα καλύψουν τέτοιες πρακτικές με εμφυλιοπολεμικά χαρακτηριστικά. Με απογοήτευσαν, για πολλοστή φορά, και μία τέτοια ανακοίνωση δεν ήρθε ποτέ.
Αντίστοιχα όμως με απογοήτευσαν και οι τοποθετήσεις στελεχών ή και πολιτευτών της Νέας Δημοκρατίας. Τοποθετήσεις που δεν τους τιμούν τόσο ως πολίτες όσο και ως εν δυνάμει αιρετούς εκπροσώπους των πολιτών. Δηλώσεις που προκαλούν υπονοώντας πως η απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα είναι θεατρινισμός, δεν υφίσταται καν. Δηλώσεις που στοχεύουν να προκαλέσουν τον μέσο πολίτη να σχολιάσει από κάτω “Ακόμα με αυτόν ασχολούμαστε;” ή “Μια χαρά τρώει το βράδυ και μας δουλεύουν”. Ο λαϊκισμός σε ένα υπερβατικό επίπεδο, από αυτούς που δηλώνουν διαδυκτιακοί πολέμιοι του. Μερικοί, διεκδικούν αξιώματα σε ένα πολιτειακό σύστημα, αγνοώντας τις βασικές αρχές του και έχουν απήχηση (!!).
Σας κατηγορώ αμφότερους, πρωτίστως ως πολίτης αλλά και ως νέος που δραστηριοποιείται πολιτικά. Με το επίπεδο των τοποθετήσεων σας, τρέφεται το φίδι του διχασμού, είτε για πολιτικό όφελος, είτε για χίλια click, εκατό retweets και δέκα followers. Πόσο πιο χαμηλά. Πόσο ακόμα να συμβάλλετε στην εξάντληση της αξιοπιστίας και της εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στο πολιτικό σύστημα.
Οι πολίτες από την άλλη, δεν έχω αποφασίσει αν ακολουθούν το επίπεδο του δημοσίου διαλόγου ή το διαμορφώνουν, πάντως μετέχουν στον παραπάνω οχετό.
Ένα μέρος, εύχεται τον θάνατο του Δημήτρη Κουφοντίνα, μία ευχή που ούτε οι συγγενείς των θυμάτων της τρομοκρατίας δεν εξέφρασαν. Μπορεί ιδιωτικά, ποτέ δημόσια. Σεβόμενοι τις βασικές αρχές και αξίες μιας δημοκρατικής κοινωνίας, εκείνοι, τον κάλεσαν να ζήσει. Διαβάζοντας τα σχόλια και τις δημοσιεύσεις ή ακούγοντας συζητήσεις στα πάρκα, στις πλατείες, στις ομαδικές συνομιλίες, αναλογίζομαι ότι ευτυχώς δεν έχει διοργανωθεί ποτέ δημοψήφισμα με ερώτημα την επαναφορά ή μη της θανατικής ποινής. Ο “σωφρονισμός”, στα καλύτερα του.
Από την άλλη μεριά. Καταβάλλω προσπάθειες να πείσω τον εαυτό μου πως οι χιλιάδες που βρέθηκαν σε πορεία διαμαρτυρίας στην Αθήνα πίσω από ένα πανό που έγραφε “Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη” ήταν απλά αδαείς και στοιχήθηκαν στο πλαίσιο της μάζας χωρίς να ξέρουν. Χωρίς αυτή τους η άγνοια να τους απαλλάσσει από τις ευθύνες τους. Ωστόσο, τρομακτική η στιγμή που θα σκεφτώ ότι ενσυνείδητα και γνωρίζοντας ακριβώς την δράση και την ιδεολογία της τρομοκρατικής οργάνωσης βρέθηκαν εκεί. Το σκέφτονται άραγε;
Και τώρα που πάτε να ξεστομίσετε “άλλος ένας ισαποστάκιας”, θα σας σταματήσω. Επιτρέψτε μου να έχω γνώμη χωρίς να λαϊκίζω.
Αν μου επιτρέψατε, θα σας την πω. Η υπόθεση στα μάτια μου είναι απλή. Ο κατά συρροή δολοφόνος (συγνώμη και πάλι κ. Κούρτοβικ) σύμφωνα με τον νόμο έπρεπε να μεταχθεί σε άλλο κατάστημα κράτησης από εκείνο των αγροτικών φυλακών Βόλου. Αυτό το κατάστημα κράτησης δεν μπορεί να είναι ο Κορυδαλλός δεδομένου του χαρακτηρισμού του ως φυλακή τύπου Α (ήδη από το 2017). Κατά συνέπεια κρατήθηκε στις φυλακές Δομοκού. Στη συνέχεια υπέβαλε αίτημα για τη μεταγωγή του στις 11/01/2021. Η απεργία πείνας ξεκίνησε πριν η Δικαιοσύνη (και όχι η εκάστοτε κυβέρνηση) απαντήσει στο αίτημα του. Ναι, η δημοκρατία δεν εκδικείται, αλλά δεν εκβιάζεται.
Είναι επικίνδυνο να δεχτούμε ότι η απονομή δικαιοσύνης σταματά στη θέα μιας απεργίας πείνας. Ένας ορκισμένος αρνητής του κράτους δικαίου, οφείλει να μάθει ότι η επίκληση στους θεσμούς του έχει κανόνες. Η υπεράσπιση του γνωρίζει πολύ καλά τα νομικά μέσα που έχει στη διάθεση της και τα χρησιμοποιεί, παράλληλα με μία απεργία πείνας (ως μέσο πίεσης;). Η δημοκρατία οφείλει ακόμα και σε έναν εχθρό της (όπως ο Δημήτρης Κουφοντίνας) να παρέχει όσα ορίζει ο νόμος απαρέγκλιτα. Καμία όμως προνομιακή μεταχείριση.
Ναι είναι θεμιτή η διαμαρτυρία ενάντια στην προοπτική θανάτου ενός απεργού πείνας. Ναι είναι θεμιτή η άποψη ότι το κράτος έχει νόμους και διαδικασίες (για όλους ανεξαιρέτως και ανεξάρτητα των εγκλημάτων τους) και εφόσον αυτές τηρηθούν απαρέγκλιτα δεν χωρούν υποχωρήσεις. Και αυτοί θα έπρεπε να είναι οι μόνοι άξονες του δημόσιου διαλόγου.
Όχι δεν είναι αποδεκτή μία διαδήλωση πίσω από ένα πανό που κάθε άλλο παρά καταδικάζει τη δράση μιας τρομοκρατικής οργάνωσης. Όχι δεν είναι αποδεκτές οι επιθέσεις κατά κανενός πολίτη, πολιτικού, δημοσιογράφου, αστυνομικού ή στρατιωτικού στόχου. Αυτή είναι η τρομοκρατία.
Όχι δεν είναι αποδεκτό να δηλώνεις πως “τρως μία μπουγάτσα” στην προοπτική ενός θανάτου από απεργία πείνας ή να αμφισβητείς την ύπαρξη της αμφισβητώντας μάλλον την αξιοπιστία των γιατρών της ΜΕΘ του νοσοκομείου Λαμίας.
Αν πρέπει να διαλέξω μεταξύ των δύο προηγούμενων παραγράφων ή του να χαρακτηριστώ “ισαποστάκιας”. Θα δήλωνα περήφανα “ισαποστάκιας”. Αλλά θα συνεχίσω να πιστεύω πως είστε μειοψηφία.