Η Κυβέρνηση επιλέγει να χρησιμοποιεί την πανδημία ως ευκαιρία για να επιβάλει την πολιτική της, δίχως αντιδράσεις, στην κοινωνία. Νομοθετεί πρόχειρα και επικίνδυνα χωρίς να έχει σκοπό να λύσει κανένα από τα βασικά προβλήματα των ελληνικών Πανεπιστημίων.
Θέτει όριο περάτωσης σπουδών σε σχολές με διαφορετικά ακαδημαϊκά προγράμματα και ανάγκες, δημιουργεί σκληρή πίεση στις επόμενες γενιές και τις αποτρέπει από το να αναπτύξουν πολύπλευρη δράση και παρουσία μέσα στο Πανεπιστημίο. Αδιαφορεί πλήρως για το γεγονός πως οι δικές μας γενιές έχουν έρθει αντιμέτωπες με δύο μεγάλες κρίσεις και η πλειοψηφία των συνομηλίκων μας εργάζεται υπό καθεστώς αδιαφάνειας. Οι διαγραφές και τα πειθαρχικά εξυπηρετούν μία μόνο σκοπιμότητα. Να στερήσουν από τους φοιτητές τη δυνατότητα να αναπτύσσουν πολύπλευρα την προσωπικότητα τους, να πολιτικοποιούνται και πάνω από όλα να αντιδρούν σε ό,τι τους θίγει και τους θέτει στο περιθώριο.
Η παρουσία αστυνομίας,πέρα από το ότι καταλύει τον ίδιο τον πυρήνα του αυτοδιοίκητου, είναι το μέσο της κυβέρνησης για να διασφαλίσει την εφαρμογή της πολιτικής της. Αν ήθελαν να δώσουν λύση στο βασικό πρόβλημα που είναι το εμπόριο ναρκωτικών, θα το έπρατταν, καθώς η αστυνομία είχε ανέκαθεν τη δυνατότητα να παρεμβαίνει για τέτοιου είδους αδικήματα.
Όσο, λοιπόν, η Κυβέρνηση επιλέγει αυτή τη λογική τόσο θα είναι η μόνη υπεύθυνη για τις αντιδράσεις που λαμβάνουν χώρα στην κοινωνία και τις υγειονομικές επιπτώσεις τους. Ας ρίξουμε μια ματιά στο τι συμβαίνει όλη αυτή την περίοδο στην Πολωνία και θα αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε πως οι κυβερνητικές πρακτικές αρχίζουν να μοιάζουν επικίνδυνα με εκείνες ενός κράτους που προσπαθεί μέσα στην πανδημία να περιορίσει το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση.
Γιατί, όταν μια Κυβέρνηση αμφισβητεί πλέον τα αυτονόητα κανείς μας δεν μπορεί να προβλέψει που θα καταλήξει.