Ο τρόπος με τον οποίο το πολιτικό σύστημα της χώρας χειρίζεται το ζήτημα των καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση και κακοποίηση, που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, αποτελεί το καλύτερο επιχείρημα για όποιον επιθυμεί να πείσει τον συνομιλητή του να μην ασχοληθεί με την πολιτική.
Τι θα απαντούσε ένα σοβαρό πολιτικό σύστημα μιας ευνομούμενης χώρας ; «Όλες οι καταγγελίες στη Δικαιοσύνη, τη μόνη αρμόδια να αποφανθεί επί του περιεχομένου τους και οι πολιτικές δυνάμεις να εξετάσουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις ώστε να καταστούν πιο ευχερείς η πρόληψη, η καταστολή και ο κολασμός τοιούτου είδους εγκλημάτων.» Υπήρξε κάποια παρόμοια αντίδραση από κάποιον πολιτικό παράγοντα ; Όχι βέβαια ! Ήταν όλοι απασχολημένοι με την επικοινωνιακή διαχείριση του ζητήματος με τον τρόπο που ο καθείς θεωρούσε πρόσφορο για τα συμφέροντά του. Η πολιτική αντέγραψε δυστυχώς την τηλεόραση, με την προσπάθεια εντυπωσιοθηρίας να κυριαρχεί. Αντί για ηγέτες, γεμίσαμε με ικέτες οι οποίοι τρέχουν πίσω από τα likes και τα retweets. Η προσπάθεια να χρεωθούν στον έναν ή τον άλλον πολιτικό χώρο οι καταγγελθέντες αποτελεί μία από τις μαύρες σελίδες της δημόσιας ζωής, με τα διαδικτυακά τάγματα εφόδου – είτε των πληρωμένων κουκουλοφόρων είτε των χρησίμων ηλιθίων – να ξεσαλώνουν. Στην ίδια σελίδα βρίσκεται και η θλιβερή πλην απαράδεκτη εμφάνιση της Υπουργού Πολιτισμού στην τελευταία της συνέντευξη τύπου, όταν, τελώντας υπό το κράτος του πανικού για το πολιτικό της μέλλον, έσπευσε να δηλώσει ότι εξαπατήθηκε από τον «επικίνδυνο άνθρωπο», δυσχεραίνοντας ακόμα περισσότερο της θέση της, υποκρινόμενη πότε τον ρόλο του θύματος και πότε αυτόν του εισαγγελέα και του δικαστή. Φυσικά, μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί έχουν και ορισμένοι κουτοπόνηροι που σήμερα δηλώνουν σοκαρισμένοι από την κατάντια της πολιτικής αντιπαράθεσης και καλούν σε ψυχραιμία και σοβαρότητα. Είναι οι ίδιοι που όταν ξεκινούσε αυτή η ιστορία προσπαθούσαν να προβληθούν με ανοησίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και φανφάρες στα ΜΜΕ, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τις αρχές που επικαλούνται προκειμένου να ζήσουν τον αρχοντοχωριάτικο μύθο τους.
Την ίδια στιγμή, αφού το μήνυμα είχε σταλεί από το πολιτικό σύστημα προς όλες τις κατευθύνσεις, η πλειοψηφία των μεγάλων και γνωστών ΜΜΕ ξεσαλώνει, όχι ερευνώντας κι ενημερώνοντας την κοινωνία αλλά αντιμετωπίζοντας το κοινό σαν πεινασμένους πελάτες που ζητούν αίμα εξυπηρετώντας φυσικά και τα σχετικά πολιτικά συμφέροντα. Εντελώς υποκριτικό το ενδιαφέρον της για όσους έχουν υπάρξει θύματα εγκληματικών συμπεριφορών, εντελώς προσχηματική η επίκληση της Δικαιοσύνης, κανένας πραγματικός σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα, γράμμα κενό η δημοσιογραφική δεοντολογία.
Δυστυχώς, με ευθύνη όλων των ανωτέρω, όχι μόνο δεν πρόκειται να θιχτεί η ουσία του προβλήματος αλλά επιπλέον εισερχόμαστε σε πολύ επικίνδυνες ατραπούς σε ό,τι έχει να κάνει με τη Δημοκρατία, τη Δικαιοσύνη και την κοινωνική συνοχή. Σε κάθε περίπτωση όποιος ενδιαφέρεται πραγματικά να κρίνει έναν πολιτικό, ένα κόμμα, ένα δημοσιογράφο, ένα ΜΜΕ ή έναν απλό άνθρωπο με άποψη για τα τεκταινόμενα, τώρα είναι η κατάλληλη ευκαιρία. Όταν η εξαλλοσύνη κυριαρχεί, ξεχωρίζουν οι πραγματικά σοβαροί και υπεύθυνοι, αυτοί που ενδιαφέρονται για την ουσία των ζητημάτων…